Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Αγάλι-αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι

См. также в других словарях:

  • αγάλι — και αγάλια επίρρ. τροπ., σιγά σιγά, με τον καιρό: Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι (παροιμ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αγουρίδα — η το άγουρο σταφύλι: Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι (παροιμ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μέλι — Ρευστή σακχαρώδης ουσία με ιδιαίτερο άρωμα. Προέρχεται από το νέκταρ των ανθέων, το οποίο απορροφούν οι μέλισσες και αποθηκεύουν στον πρόλοβό τους. Το νέκταρ είναι ένας γλυκός χυμός που εκκρίνεται από ειδικούς αδένες των ανθέων και αποτελείται… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»